Ζει μεταξύ Ελλάδας, Ρωσίας, Γερμανίας και Αγγλίας. Στις 3 Δεκεμβρίου
κάνει μια στάση στο Μέγαρο και αμέσως συνεχίζει τη μεγάλη περιοδεία του
στην αχανή Ρωσία, αλλά και σε άλλα μακρινά μέρη του κόσμου, αφού «έχει
κάνει το πιάνο του καράβι», όπως λέει, και σαλπάρει για όλα τα λιμάνια
του κόσμου.
Η συναυλία με τίτλο «Ρεσιτάλ χωρίς σύνορα», ένα μουσικό ταξίδι με κλασικά κομμάτια, αυτοσχεδιασμούς, μοντάζ από Μισέλ Λεγκράν, Νίνο Ρότα, Ένιο Μορικόνε, Θεοδωράκη, Χατζιδάκι αλλά και Άστορ Πιατσόλα και Ζακ Μπρελ, αντιπροσωπεύει απολύτως τον σημερινό Στέφανο Κορκολή, ο οποίος βρίσκεται έτη φωτός μακριά από το ποπ είδωλο που γέμιζε στάδια τις περασμένες δεκαετίες. Κι όμως, δεν έχει μετανιώσει ποτέ για την υπερβολική έκθεσή του στη δημοσιότητα, την οποία πλήρωσε ακριβά σε όλα τα επίπεδα. «Είναι σαν να αφαιρείς σελίδες από ένα βιβλίο» λέει. «Είμαι όλα όσα έζησα και δεν μετανιώνω για τίποτα»
Όταν θυμάσαι σήμερα τον εαυτό σου ως ποπ είδωλο που το χειροκροτούσαν αφιονισμένα κοριτσόπουλα πώς νιώθεις;
Ζούσα την οργισμένη εφηβεία μου. Ήταν πολύ ωραίο που την πέρασα και δεν την αποποιούμαι. Το σίγουρο είναι ότι ποτέ δεν κατάλαβα γιατί είχε δημιουργηθεί όλος αυτός ο σαματάς. Ήταν υπερβολικό.
Προφανώς ήταν αποτέλεσμα της διαχείρισης της δημόσιας εικόνας σου.
Είμαι επαγγελματίας σε ό,τι κάνω και δίνω το μέγιστο δυνατό. Υπήρξα ευγενής, εύπιστος, έως και αφελής, με αποτέλεσμα οι δισκογραφικές εταιρείες να με κάνουν μαϊντανό. Το παραξήλωσαν. Γι’ αυτό και πήρα την απόφαση να σταματήσω. Στο πικ της τότε πορείας μου είπα «στοπ».
Τι ήταν αυτό που δεν άντεξες;
Κουράστηκα. Δεν ήταν τόσο η εκμετάλλευση που έγινε στο όνομά μου όσο ότι αυτό που έκανα δεν το γούσταρα άλλο. Και επειδή δεν είμαι ψεύτης με τον κόσμο, αποφάσισα ότι δεν ήθελα να συνεχίσω απλώς επειδή μπορούσα. Υπήρξα συνεπής με τον εαυτό μου και σταμάτησα με όποιες συνέπειες.
Έχασες χρήματα;
Ασφαλώς. Και μπήκα στα δύσκολα ξεκινώντας μια προσπάθεια για διεθνή καριέρα σε μια μουσική γλώσσα που μου ταιριάζει περισσότερο. Όμως εκείνη την αμεσότητα με το κοινό, που απέκτησα από την προηγούμενη πορεία μου, την κράτησα και με βοηθάει ακόμα.
Τι άλλο έχασες τότε; Μήπως την εκτίμηση των «σοβαρών» μουσικών κύκλων στο εξωτερικό;
Καθόλου. Έξω δεν έχουν παρωπίδες. Η μουσική είναι μία. Στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, για παράδειγμα, με 25.000 χιλιάδες κόσμο έπαιξα δύο κομμάτια του Ραχμάνινοφ και το κοινό παρακολουθούσε ευλαβικά. Πάντα έβαζα κλασικά κομμάτια στις συναυλίες μου. Πιστεύω ότι δεν υπάρχουν στεγανά, η μουσική είναι ενιαία, υπάρχει μόνο καλή και κακή μουσική. Κρατάω πάντα αυτό που μου είχε πει ο Βλαντιμίρ Χόριβιτς όταν τον γνώρισα πιτσιρικάς, ότι τη μουσική πρέπει να μάθεις να την υπηρετείς και όχι να τη χρησιμοποιείς για να κάνεις επίδειξη.
Ποτέ σου δεν υπέκυψες σε εύκολα σουξέ;
Ποτέ δεν κατασκεύασα τραγούδια με μια συγκεκριμένη συνταγή. Απλώς κάποια από τα τραγούδια μου έγιναν επιτυχίες.
Δεν σου άρεσε όλο αυτό το σόου τελικά;
Όχι. Είμαι πολύ κλειστός άνθρωπος, σαν στρείδι, παρά το σόου που έβλεπες τότε. Αυτό που έγινε, ήταν κόντρα στον χαρακτήρα μου και κάποια στιγμή ένιωσα πανικόβλητος. Έγινα κατά λάθος διάσημος, ήμουν χομπίστας της διασημότητας και το πλήρωσα. Μπορεί αυτή η εξωστρέφεια να ήταν μια ανάγκη να βγω από το κουκούλι μου, από την άλλη πλευρά όμως γυρνούσε μπούμερανγκ και με έκλεινε ακόμα πιο πολύ στον εαυτό μου. Κάποια στιγμή έγινα φοβικός.
Το ξεπέρασες κι αυτό δεν είναι εύκολο. Πολλούς τους έχει καταπιεί.
Τοποθέτησα τον εαυτό μου εκεί που ήθελα εγώ. Με βοήθησε κυρίως η συνομιλία με τον εαυτό μου. Τον έβαλα κάτω και τον πάτησα. Η αυτοκριτική θέλει μπουνιές. Χωρίς αυτήν είσαι χαμένος από χέρι.
Πώς κατάφερες να διαχειριστείς το γεγονός ότι κάποια στιγμή η προσωπική σου ζωή έγινε βορά στην τηλεθέαση;
Είναι μεγάλη ιστορία. Άσ’ το. Δεν υπάρχει περιγραφή. Πέρασε, τελείωσε, δεν κοιτάζω πίσω. Οι άμυνές μου ήταν η οικογένειά μου, που είχε πολλά στεγανά και γερό υπόβαθρο. Αν όμως θέλεις να με ρωτήσεις ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή της ζωής μου, θα σου πω ότι δεν ήταν αυτή. Ήταν όταν έκοψα το δάχτυλό μου σε ένα ατύχημα και επί 8 μήνες δεν ήξερα αν θα μπορούσα να ξαναπαίξω πιάνο. Ζούσα με το πιστόλι στον κρόταφο.
Δεν κρατάς κακίες σε όσους σε έβλαψαν;
Όχι. Δεν είμαι εκδικητικός. Αυτοί που μου έκαναν κακό θα το βρουν στον δρόμο. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι το κακό γυρνάει πίσω, θες δεν θες. Αλλά ούτε κι αυτό με απασχολεί. Είμαι αλλού.
Τώρα πού είσαι; Προσωπικά και επαγγελματικά.
Έχω αρχίσει μια σημαντική προσπάθεια έξω. Σιγά - σιγά έχω κατακτήσει αναγνωρισιμότητα σε πολλές χώρες. Έχω επίσης σημαντικές συνεργασίες. Ο παραγωγός μου αυτήν τη στιγμή είναι ο Χέιντ Μπένταλ, ο οποίος έχει συνεργαστεί με τους Pet Shop Boys, την Κέιτ Μπους, τον Φρέντι Μέρκιουρι, την Τίνα Τάρνερ και πολλούς ακόμα. Είμαι παντρεμένος – σε τρίτο γάμο – με τη Λίντα Τζίμαν, ρωσοϊταλικής καταγωγής, σε μια σχέση ολοκληρωμένη, διότι έχουμε πολλά κοινά και μιλάμε την ίδια γλώσσα – που λέει ο λόγος, γιατί μεταξύ μας μιλάμε τα δικά μας αγγλικά…
Ας πάμε λίγο πιο πίσω. Έχεις πει ότι είχες μια ταραγμένη εφηβεία.
Έως προβληματική, θα έλεγα. Ήμουνα υπερβολικά επιθετικός, με έδιωχναν από σχολεία και άλλα τέτοια ωραία… Αναγκάστηκα κάποια χρόνια αργότερα να ζητήσω συγγνώμη από τη φιλόλογό μου που ήρθε να με ακούσει σε μια συναυλία. Αυτή η συμπεριφορά ξεκίνησε γύρω στα 11, όταν η μητέρα μου αρρώστησε από μυασθένεια. Σαν να ζούσα σε μια ηλιόλουστη μέρα και ξαφνικά έσκασε μια καταιγίδα από το πουθενά. Τότε ήταν που κλείστηκα στη μουσική. Έβλεπα τη μητέρα μου με οξυγόνο να φεύγει και τους γιατρούς να την επαναφέρουν. Φοβερή εικόνα. Αυτός ήταν και ο λόγος που αργότερα γύρισα από τη Γαλλία, ενώ θα μπορούσα να είχα μείνει έξω. Εκεί σπούδασα με υποτροφία του γαλλικού κράτους, εκεί είχα φίλους, εκεί ήταν η ζωή μου. Αλλά ήθελα να γυρίσω.
Πηγαίνοντας ακόμα πιο πίσω, ξέρεις τι είναι αυτό που κάνει ένα τετράχρονο αγοράκι να καθίσει μια μέρα στο πιάνο και να παίξει χωρίς να έχει διδαχτεί ούτε μια νότα;
Δεν έχω την απάντηση. Απλώς συνέβη. Ο πατέρας μου με είχε πάει να δω στο σινεμά τις «Ομπρέλες του Χερβούργου» και όταν γυρίσαμε σπίτι έπαιξα το κομμάτι στο πιάνο και με τα δυο χέρια. Το έμφυτο ταλέντο είναι υπαρκτό, μη εξηγήσιμο, αλλά και τυχαίο, με την έννοια ότι, αν ήμουν γιος ενός βοσκού, ποτέ δεν θα το ανακάλυπτε κανείς. Είχα την τύχη να μεγαλώσω σε ένα σπίτι με ωραία μουσικά ακούσματα και πιάνο.
Δίνεις συναυλίες από πέντε χρόνων. Πόσο διαφορετικός αισθανόσουν από τα άλλα παιδιά;
Δεν ήμουν παιδί - θαύμα. Ήμουν παιδί - τραύμα. Έκανα ό,τι έκαναν όλοι, έτρεχα, έπαιζα μπάλα. Οι γονείς μου δεν με έκλεισαν σε καμιά γυάλα. Και στο ωδείο πήγα επειδή το αποφάσισα ο ίδιος. Η δασκάλα μου, η Μαρίκα Παπαϊωάννου, δεν με πίεσε επίσης ποτέ. Μάθαινα τις νότες ανάποδα. Αυτό που άκουγα μάθαινα πώς γραφόταν. Γι’ αυτό και το μεγάλο πιανιστικό μου πρόβλημα είναι η prima vista. Είμαι κάκιστος. Πρέπει πρώτα να διαβάσω την παρτιτούρα και κομπλάρω όταν μου τη βάλεις κατευθείαν μπροστά στο πιάνο.
Πώς γράφεις μουσική; Την ακούς στο κεφάλι σου;
Ο ένας τρόπος είναι να ακούω το έργο έτοιμο, ενορχηστρωμένο. Χωρίς να γράψω ούτε μία νότα. Αποτυπώνεται και μένει πάντα εκεί, δεν το ξεχνάω ποτέ μέχρι κάποια στιγμή να το γράψω. Ο άλλος τρόπος είναι να κάτσω στο πιάνο και να μου έρθει κάτι. Τα τραγούδια μου που έχουν γίνει μεγάλες επιτυχίες, όπως για παράδειγμα «Ο Άγγελός μου» της Πρωτοψάλτη ή το «Δεν είσαι εδώ» που απογείωσε με τη φωνή της η Γαλάνη, βγήκαν αμέσως μόλις διάβασα τους στίχους, μέσα σε τρία λεπτά.
Έχεις γράψει πολλά τραγούδια. Ζεις από αυτά;
Έχω ένα έσοδο από τα δικαιώματα που καλύπτουν κάποιες ανάγκες, αλλά δεν ζω πλουσιοπάροχα. Ζω σε ένα παλιό σπίτι στην Κυψέλη, το οποίο δεν είναι δικό μου αλλά της τράπεζας και κυκλοφορώ με ταξί. Οι περισσότερες συναυλίες μου έξω είναι promo κονσέρτα των δίσκων μου. Όσα βγάζω, πάνε στην εφορία και σε υποχρεώσεις. Δεν μου καίγεται καρφί που δεν έχω την παλιά οικονομική άνεση, τότε που είχα ωραία αυτοκίνητα και σπίτια. Το μόνο που με στενοχωρεί, είναι ότι δεν μπορώ να βοηθήσω όσο θα ήθελα τους γονείς μου, οι οποίοι ζουν από τη σύνταξή τους. Έχω ένα κόλλημα με την τρίτη ηλικία και θυμώνω υπερβολικά που το κράτος φέρεται με τόση αγριότητα στους ανθρώπους που φτάνουν στο τέλος του ταξιδιού. Δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα πιο τραγικό από την εικόνα ενός τρεμάμενου γέρου να μου ζητάει με απλωμένο χέρι ένα ευρώ. Αδιανόητα πράγματα…
Τι σου λείπει πιο πολύ αναπολώντας τη ζωή σου;
Οι δάσκαλοί μου. Οι συνεργασίες μου με σημαντικούς ανθρώπους. Εκτός από την Άλκηστη, που τη θεωρώ δικό μου άνθρωπο, θα σου αναφέρω τον Μητροπάνο, επειδή μέσα σε μια στιγμή η σημερινή Ελλάδα της Κατοχής έχασε έναν μεγάλο Έλληνα. Και μας λείπει, όπως μας λείπουν οι μεγάλοι Έλληνες που δεν υπάρχουν πια. Δεν ξέρω τι να πω σε νέα παιδιά που έρχονται να με βρουν ρωτώντας με τι να κάνουν. Ας κάνει ο καθένας ό,τι μπορεί. Εγώ αυτό που μπορώ να κάνω, είναι να απαλύνω τις ζωές των ανθρώπων με τη μουσική. Δεν ξέρω να κάνω κάτι άλλο.
Σου λείπει που δεν έχεις την προβολή που είχες παλιά;
Μου αρέσει που έχω πιο σωστή προβολή. Που ο κόσμος με πλησιάζει με ευγένεια και χαμόγελο και όχι για αυτόγραφα.
Κατερίνα Aγγελιδάκη/ΠΟΝΤΙΚΙ
Η συναυλία με τίτλο «Ρεσιτάλ χωρίς σύνορα», ένα μουσικό ταξίδι με κλασικά κομμάτια, αυτοσχεδιασμούς, μοντάζ από Μισέλ Λεγκράν, Νίνο Ρότα, Ένιο Μορικόνε, Θεοδωράκη, Χατζιδάκι αλλά και Άστορ Πιατσόλα και Ζακ Μπρελ, αντιπροσωπεύει απολύτως τον σημερινό Στέφανο Κορκολή, ο οποίος βρίσκεται έτη φωτός μακριά από το ποπ είδωλο που γέμιζε στάδια τις περασμένες δεκαετίες. Κι όμως, δεν έχει μετανιώσει ποτέ για την υπερβολική έκθεσή του στη δημοσιότητα, την οποία πλήρωσε ακριβά σε όλα τα επίπεδα. «Είναι σαν να αφαιρείς σελίδες από ένα βιβλίο» λέει. «Είμαι όλα όσα έζησα και δεν μετανιώνω για τίποτα»
Όταν θυμάσαι σήμερα τον εαυτό σου ως ποπ είδωλο που το χειροκροτούσαν αφιονισμένα κοριτσόπουλα πώς νιώθεις;
Ζούσα την οργισμένη εφηβεία μου. Ήταν πολύ ωραίο που την πέρασα και δεν την αποποιούμαι. Το σίγουρο είναι ότι ποτέ δεν κατάλαβα γιατί είχε δημιουργηθεί όλος αυτός ο σαματάς. Ήταν υπερβολικό.
Προφανώς ήταν αποτέλεσμα της διαχείρισης της δημόσιας εικόνας σου.
Είμαι επαγγελματίας σε ό,τι κάνω και δίνω το μέγιστο δυνατό. Υπήρξα ευγενής, εύπιστος, έως και αφελής, με αποτέλεσμα οι δισκογραφικές εταιρείες να με κάνουν μαϊντανό. Το παραξήλωσαν. Γι’ αυτό και πήρα την απόφαση να σταματήσω. Στο πικ της τότε πορείας μου είπα «στοπ».
Τι ήταν αυτό που δεν άντεξες;
Κουράστηκα. Δεν ήταν τόσο η εκμετάλλευση που έγινε στο όνομά μου όσο ότι αυτό που έκανα δεν το γούσταρα άλλο. Και επειδή δεν είμαι ψεύτης με τον κόσμο, αποφάσισα ότι δεν ήθελα να συνεχίσω απλώς επειδή μπορούσα. Υπήρξα συνεπής με τον εαυτό μου και σταμάτησα με όποιες συνέπειες.
Έχασες χρήματα;
Ασφαλώς. Και μπήκα στα δύσκολα ξεκινώντας μια προσπάθεια για διεθνή καριέρα σε μια μουσική γλώσσα που μου ταιριάζει περισσότερο. Όμως εκείνη την αμεσότητα με το κοινό, που απέκτησα από την προηγούμενη πορεία μου, την κράτησα και με βοηθάει ακόμα.
Τι άλλο έχασες τότε; Μήπως την εκτίμηση των «σοβαρών» μουσικών κύκλων στο εξωτερικό;
Καθόλου. Έξω δεν έχουν παρωπίδες. Η μουσική είναι μία. Στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, για παράδειγμα, με 25.000 χιλιάδες κόσμο έπαιξα δύο κομμάτια του Ραχμάνινοφ και το κοινό παρακολουθούσε ευλαβικά. Πάντα έβαζα κλασικά κομμάτια στις συναυλίες μου. Πιστεύω ότι δεν υπάρχουν στεγανά, η μουσική είναι ενιαία, υπάρχει μόνο καλή και κακή μουσική. Κρατάω πάντα αυτό που μου είχε πει ο Βλαντιμίρ Χόριβιτς όταν τον γνώρισα πιτσιρικάς, ότι τη μουσική πρέπει να μάθεις να την υπηρετείς και όχι να τη χρησιμοποιείς για να κάνεις επίδειξη.
Ποτέ σου δεν υπέκυψες σε εύκολα σουξέ;
Ποτέ δεν κατασκεύασα τραγούδια με μια συγκεκριμένη συνταγή. Απλώς κάποια από τα τραγούδια μου έγιναν επιτυχίες.
Δεν σου άρεσε όλο αυτό το σόου τελικά;
Όχι. Είμαι πολύ κλειστός άνθρωπος, σαν στρείδι, παρά το σόου που έβλεπες τότε. Αυτό που έγινε, ήταν κόντρα στον χαρακτήρα μου και κάποια στιγμή ένιωσα πανικόβλητος. Έγινα κατά λάθος διάσημος, ήμουν χομπίστας της διασημότητας και το πλήρωσα. Μπορεί αυτή η εξωστρέφεια να ήταν μια ανάγκη να βγω από το κουκούλι μου, από την άλλη πλευρά όμως γυρνούσε μπούμερανγκ και με έκλεινε ακόμα πιο πολύ στον εαυτό μου. Κάποια στιγμή έγινα φοβικός.
Το ξεπέρασες κι αυτό δεν είναι εύκολο. Πολλούς τους έχει καταπιεί.
Τοποθέτησα τον εαυτό μου εκεί που ήθελα εγώ. Με βοήθησε κυρίως η συνομιλία με τον εαυτό μου. Τον έβαλα κάτω και τον πάτησα. Η αυτοκριτική θέλει μπουνιές. Χωρίς αυτήν είσαι χαμένος από χέρι.
Πώς κατάφερες να διαχειριστείς το γεγονός ότι κάποια στιγμή η προσωπική σου ζωή έγινε βορά στην τηλεθέαση;
Είναι μεγάλη ιστορία. Άσ’ το. Δεν υπάρχει περιγραφή. Πέρασε, τελείωσε, δεν κοιτάζω πίσω. Οι άμυνές μου ήταν η οικογένειά μου, που είχε πολλά στεγανά και γερό υπόβαθρο. Αν όμως θέλεις να με ρωτήσεις ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή της ζωής μου, θα σου πω ότι δεν ήταν αυτή. Ήταν όταν έκοψα το δάχτυλό μου σε ένα ατύχημα και επί 8 μήνες δεν ήξερα αν θα μπορούσα να ξαναπαίξω πιάνο. Ζούσα με το πιστόλι στον κρόταφο.
Δεν κρατάς κακίες σε όσους σε έβλαψαν;
Όχι. Δεν είμαι εκδικητικός. Αυτοί που μου έκαναν κακό θα το βρουν στον δρόμο. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι το κακό γυρνάει πίσω, θες δεν θες. Αλλά ούτε κι αυτό με απασχολεί. Είμαι αλλού.
Τώρα πού είσαι; Προσωπικά και επαγγελματικά.
Έχω αρχίσει μια σημαντική προσπάθεια έξω. Σιγά - σιγά έχω κατακτήσει αναγνωρισιμότητα σε πολλές χώρες. Έχω επίσης σημαντικές συνεργασίες. Ο παραγωγός μου αυτήν τη στιγμή είναι ο Χέιντ Μπένταλ, ο οποίος έχει συνεργαστεί με τους Pet Shop Boys, την Κέιτ Μπους, τον Φρέντι Μέρκιουρι, την Τίνα Τάρνερ και πολλούς ακόμα. Είμαι παντρεμένος – σε τρίτο γάμο – με τη Λίντα Τζίμαν, ρωσοϊταλικής καταγωγής, σε μια σχέση ολοκληρωμένη, διότι έχουμε πολλά κοινά και μιλάμε την ίδια γλώσσα – που λέει ο λόγος, γιατί μεταξύ μας μιλάμε τα δικά μας αγγλικά…
Ας πάμε λίγο πιο πίσω. Έχεις πει ότι είχες μια ταραγμένη εφηβεία.
Έως προβληματική, θα έλεγα. Ήμουνα υπερβολικά επιθετικός, με έδιωχναν από σχολεία και άλλα τέτοια ωραία… Αναγκάστηκα κάποια χρόνια αργότερα να ζητήσω συγγνώμη από τη φιλόλογό μου που ήρθε να με ακούσει σε μια συναυλία. Αυτή η συμπεριφορά ξεκίνησε γύρω στα 11, όταν η μητέρα μου αρρώστησε από μυασθένεια. Σαν να ζούσα σε μια ηλιόλουστη μέρα και ξαφνικά έσκασε μια καταιγίδα από το πουθενά. Τότε ήταν που κλείστηκα στη μουσική. Έβλεπα τη μητέρα μου με οξυγόνο να φεύγει και τους γιατρούς να την επαναφέρουν. Φοβερή εικόνα. Αυτός ήταν και ο λόγος που αργότερα γύρισα από τη Γαλλία, ενώ θα μπορούσα να είχα μείνει έξω. Εκεί σπούδασα με υποτροφία του γαλλικού κράτους, εκεί είχα φίλους, εκεί ήταν η ζωή μου. Αλλά ήθελα να γυρίσω.
Πηγαίνοντας ακόμα πιο πίσω, ξέρεις τι είναι αυτό που κάνει ένα τετράχρονο αγοράκι να καθίσει μια μέρα στο πιάνο και να παίξει χωρίς να έχει διδαχτεί ούτε μια νότα;
Δεν έχω την απάντηση. Απλώς συνέβη. Ο πατέρας μου με είχε πάει να δω στο σινεμά τις «Ομπρέλες του Χερβούργου» και όταν γυρίσαμε σπίτι έπαιξα το κομμάτι στο πιάνο και με τα δυο χέρια. Το έμφυτο ταλέντο είναι υπαρκτό, μη εξηγήσιμο, αλλά και τυχαίο, με την έννοια ότι, αν ήμουν γιος ενός βοσκού, ποτέ δεν θα το ανακάλυπτε κανείς. Είχα την τύχη να μεγαλώσω σε ένα σπίτι με ωραία μουσικά ακούσματα και πιάνο.
Δίνεις συναυλίες από πέντε χρόνων. Πόσο διαφορετικός αισθανόσουν από τα άλλα παιδιά;
Δεν ήμουν παιδί - θαύμα. Ήμουν παιδί - τραύμα. Έκανα ό,τι έκαναν όλοι, έτρεχα, έπαιζα μπάλα. Οι γονείς μου δεν με έκλεισαν σε καμιά γυάλα. Και στο ωδείο πήγα επειδή το αποφάσισα ο ίδιος. Η δασκάλα μου, η Μαρίκα Παπαϊωάννου, δεν με πίεσε επίσης ποτέ. Μάθαινα τις νότες ανάποδα. Αυτό που άκουγα μάθαινα πώς γραφόταν. Γι’ αυτό και το μεγάλο πιανιστικό μου πρόβλημα είναι η prima vista. Είμαι κάκιστος. Πρέπει πρώτα να διαβάσω την παρτιτούρα και κομπλάρω όταν μου τη βάλεις κατευθείαν μπροστά στο πιάνο.
Πώς γράφεις μουσική; Την ακούς στο κεφάλι σου;
Ο ένας τρόπος είναι να ακούω το έργο έτοιμο, ενορχηστρωμένο. Χωρίς να γράψω ούτε μία νότα. Αποτυπώνεται και μένει πάντα εκεί, δεν το ξεχνάω ποτέ μέχρι κάποια στιγμή να το γράψω. Ο άλλος τρόπος είναι να κάτσω στο πιάνο και να μου έρθει κάτι. Τα τραγούδια μου που έχουν γίνει μεγάλες επιτυχίες, όπως για παράδειγμα «Ο Άγγελός μου» της Πρωτοψάλτη ή το «Δεν είσαι εδώ» που απογείωσε με τη φωνή της η Γαλάνη, βγήκαν αμέσως μόλις διάβασα τους στίχους, μέσα σε τρία λεπτά.
Έχεις γράψει πολλά τραγούδια. Ζεις από αυτά;
Έχω ένα έσοδο από τα δικαιώματα που καλύπτουν κάποιες ανάγκες, αλλά δεν ζω πλουσιοπάροχα. Ζω σε ένα παλιό σπίτι στην Κυψέλη, το οποίο δεν είναι δικό μου αλλά της τράπεζας και κυκλοφορώ με ταξί. Οι περισσότερες συναυλίες μου έξω είναι promo κονσέρτα των δίσκων μου. Όσα βγάζω, πάνε στην εφορία και σε υποχρεώσεις. Δεν μου καίγεται καρφί που δεν έχω την παλιά οικονομική άνεση, τότε που είχα ωραία αυτοκίνητα και σπίτια. Το μόνο που με στενοχωρεί, είναι ότι δεν μπορώ να βοηθήσω όσο θα ήθελα τους γονείς μου, οι οποίοι ζουν από τη σύνταξή τους. Έχω ένα κόλλημα με την τρίτη ηλικία και θυμώνω υπερβολικά που το κράτος φέρεται με τόση αγριότητα στους ανθρώπους που φτάνουν στο τέλος του ταξιδιού. Δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα πιο τραγικό από την εικόνα ενός τρεμάμενου γέρου να μου ζητάει με απλωμένο χέρι ένα ευρώ. Αδιανόητα πράγματα…
Τι σου λείπει πιο πολύ αναπολώντας τη ζωή σου;
Οι δάσκαλοί μου. Οι συνεργασίες μου με σημαντικούς ανθρώπους. Εκτός από την Άλκηστη, που τη θεωρώ δικό μου άνθρωπο, θα σου αναφέρω τον Μητροπάνο, επειδή μέσα σε μια στιγμή η σημερινή Ελλάδα της Κατοχής έχασε έναν μεγάλο Έλληνα. Και μας λείπει, όπως μας λείπουν οι μεγάλοι Έλληνες που δεν υπάρχουν πια. Δεν ξέρω τι να πω σε νέα παιδιά που έρχονται να με βρουν ρωτώντας με τι να κάνουν. Ας κάνει ο καθένας ό,τι μπορεί. Εγώ αυτό που μπορώ να κάνω, είναι να απαλύνω τις ζωές των ανθρώπων με τη μουσική. Δεν ξέρω να κάνω κάτι άλλο.
Σου λείπει που δεν έχεις την προβολή που είχες παλιά;
Μου αρέσει που έχω πιο σωστή προβολή. Που ο κόσμος με πλησιάζει με ευγένεια και χαμόγελο και όχι για αυτόγραφα.
Κατερίνα Aγγελιδάκη/ΠΟΝΤΙΚΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια σας είναι απαραίτητα, αρκεί να μην είναι υβριστικά ή διαφημιστικά...